Άρης Σερβετάλης – Πιστεύω στην Ορθοδοξία γιατί είναι η απόλυτα αναρχική θρησκεία

Ηθοποιός. Μεγάλωσε στο Κουκάκι, μένει στου Παπάγου. Μετά την επιτυχία του «Είσαι το ταίρι μου» έπαθε αγοραφοβία, τα παράτησε όλα κι έφτιαχνε καταστρώματα σκαφών.

> Γεννήθηκα το 1976 στο Κουκάκι. Εκεί πέρασα όλη μου την παιδική και την εφηβική ζωή. Θυμάμαι τότε η πλατεία Γαργαρέτα ήταν ακόμα δρόμος και πιάτσα ταξί. Γενικά, το Κουκάκι είναι μια γειτονιά που μέχρι και σήμερα δεν έχει υποστεί μεγάλες αλλαγές. Έχουν γίνει κάποιες πλατείες, έχει έρθει και το μετρό, αλλά, πέρα από κάποια παραδοσιακά μαγαζιά που έχουν κλείσει, είναι σχεδόν το ίδιο.

> Από εκείνα τα χρόνια θυμάμαι με νοσταλγία το Ρόδον, όπου πηγαίναμε και βλέπαμε συναυλίες. Μη με ρωτήσεις ποιες. Δεν θυμάμαι και πολλά από τότε. Ήταν όλα κάπως θολά.

> Μικρός δεν έβλεπα ούτε θέατρο, ούτε σινεμά, ούτε τίποτα. Δεν είχα καμία σχέση με όλο αυτό τον χώρο.

> Όταν τελείωσα το σχολείο, έπιασα δουλειά σε μια αποθήκη ηλεκτρικών ειδών. Δεν είχα ποτέ βλέψεις να γίνω κάτι στη ζωή μου. Το μόνο που ήθελα ήταν να κάνω περιστασιακές δουλειές τον χειμώνα, να μαζεύω λίγα χρήματα και το καλοκαίρι να κάνω διακοπές στα νησιά. Κάποια στιγμή μια φίλη μου με παρότρυνε να πάω να δώσω εξετάσεις στο υπουργείο Πολιτισμού για να μπορέσω να γραφτώ σε μια σχολή υποκριτικής. Έτσι κι έγινε. Πέρασα τις εξετάσεις, γράφτηκα και στη Σχολή Φωτιάδη και το ένα έφερε το άλλο.

> Η πρώτη παράσταση στην οποία έπαιξα ήταν το Σκρατς του Κοπί το 1997 στο Ελυζέ. Ύστερα, όταν έκανα το Ουπς με τον Κακλέα, στον Τεχνοχώρο, με είδε ο σκηνοθέτης που ετοίμαζε το «Είσαι το ταίρι μου» και μου πρότεινε να παίξω στη σειρά. Δεν περίμενα ποτέ να γίνει τόση επιτυχία ο ρόλος του Λάζαρου, γιατί ήταν ένας ιδιαίτερος χαρακτήρας που θεωρητικά θα ήταν δύσκολα αποδεκτός. Τότε ήταν που άρχισα να αντιλαμβάνομαι την τεράστια δύναμη της τηλεόρασης. Όταν άρχισε να προβάλλεται η σειρά κι έγινε αυτός ο χαμός είχα φρικάρει. Δεν μπορούσα να βγω από το σπίτι μου. Με έπιασε αγοραφοβία, γι’ αυτό και αποτραβήχτηκα από τον χώρο για 2-3 χρόνια.

> Συνήθως, μετά από μια τέτοια επιτυχία στην τηλεόραση, κάνεις ένα εμπορικό θέατρο σε έναν θίασο μεγάλου θεάτρου που τα καλοκαίρια περιοδεύει ανά την Ελλάδα και υποδύεσαι κάτι παρεμφερές με αυτό που σε έκανε γνωστό. Εγώ δεν θα μπορούσα να το κάνω ποτέ αυτό. Έτσι, αποσύρθηκα από τα εγκόσμια κι έπιασα δουλειά ως μαραγκός σε μια μάντρα στο Ελληνικό, όπου φυλάσσονται και συντηρούνται σκάφη. Εκεί ασχολήθηκα με την κατασκευή και τη συντήρηση καταστρωμάτων σκαφών. Ο πατέρας μου ήταν μαραγκός και από μικρός είχα καλή σχέση με τις ξυλουργικές εργασίες και με το ξύλο ως υλικό. Ήταν μια πιο γήινη δουλειά. Υπήρχε αυστηρό ωράριο, σκληρή εργασία, ήταν πιο straight τα πράγματα. Άλλωστε, η χειροτεχνία είναι ψυχοθεραπευτική.

> Ήταν μια εποχή που βρισκόμουν σε ένα μεταίχμιο. Δεν ήξερα αν ήθελα να παρατήσω τελείως την υποκριτική, αλλά δεν είχα σκεφτεί και ποιο θα ήταν το επόμενό μου βήμα. Τότε δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από τον Λάνθιμο για να παίξω στην Κινέττα. Ήταν μια ταινία που μου έδωσε μια πολύ ιδιαίτερη εμπειρία. Καταρχάς, ήταν μεγάλη τύχη να σου δίνεται χώρος να αυτοσχεδιάσεις όταν γίνεται γύρισμα με φιλμ, που όπως ξέρουμε είναι πανάκριβο. Eίναι μια ταινία που δεν μιλάει για τίποτα. Δεν υπάρχει αρχή, μέση και τέλος. Είναι ένα τεράστιο αδιέξοδο.

> Στη συνέχεια συνεργάστηκα με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου στο 2 και τηΜήδεια. Ο Παπαϊωάννου έχει φοβερή πειθαρχία και αισθητική και μαθαίνεις πολλά πράγματα μαζί του. Το πιο σημαντικό που έμαθα ήταν πώς να διαχειρίζομαι την ενέργειά μου. Μας έλεγε συνέχεια ότι «ο χορός δεν είναι απλά να χορεύεις αλλά το πώς κινείς οποιοδήποτε μέλος του σώματός σου μέσα στον χώρο. Έστω και μια μικροκίνηση είναι χορός».

> Για να υποδυθώ τον σκύλο στη Μήδεια στηρίχτηκα ουσιαστικά πάνω στα ευρήματα του Γρηγόρη Λαγού, που έπαιζε στην πρώτη εκδοχή της παράστασης το 1993. Το να μπεις στη διαδικασία της τόσο αυστηρής φόρμας είναι μια ουσιαστική και πολύ ελεύθερη εμπειρία. Πολλοί νομί- ζουν ότι η φόρμα είναι σκλαβιά, αλλά νομίζω πως μέσα από τους αυστηρούς κανόνες μπορείς να βρεις ένα ελεύθερο πεδίο για να κινείσαι.

> Το Άτιτλο που παρουσιάσαμε πέρσι με την Ευσταθία Μπίρμπα στο Ίδρυμα Μιχάλη Κακογιάννη ήταν μια έρευνα πάνω σε ένα ραδιοφωνικό έργο του Μπέκετ, τις Στάχτες. Πήραμε αποσπάσματα και από άλλα έργα του και στήσαμε μια περφόρμανς πάνω στην εργογραφία του. Ήταν εκπληκτική εμπειρία να καταπιάνεσαι με τον Μπέκετ, γιατί, αν και έγραψε αυτά τα τα κείμενα τη δεκαετία του ’60, ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του. Οι έννοιες του μοντέρνου και του νεωτερισμού ερμηνεύουν ακριβώς αυτό που έκανε. Αυτή η αποκοπή του λόγου από το σώμα, η απόσταση από καθετί ψυχολογικό, είναι κάτι συγκλονιστικό.

> Ο Πλατόνοφ είναι ένα έργο που έγραψε ο Τσέχωφ σε ηλικία μόλις 21 ετών το 1881, και παρ’ όλα αυτά είναι πολύ μοντέρνο ακόμα και σήμερα. Τα αδιέξοδα στις ανθρώπινες σχέσεις, οι τοκοκγλύφοι που ξεζουμίζουν τους ανθρώπους, αυτό το τέλμα και η αδράνεια είναι πράγματα που συμβαίνουν και σήμερα. Νομίζω ότι οι ήρωες της παράστασης δεν βιώνουν τα πράγματα ψυχολογικά, υπάρχει μια προσπάθεια απόστασης. Και επίσης υπάρχει και αυτό που χαρακτηρίζει τα έργα του Τσέχωφ: το κωμικό και το δραματικό ταυτόχρονα, όλος αυτός ο κλαυσίγελος.

> Στις Άλπεις, τη νέα ταινία του Λάνθιμου, υποδύομαι έναν τραυματιοφορέα. Το βασικό πρόσωπο είναι μία νοσοκόμα, την οποία υποδύεται η Αγγελική Παπούλια. Επίσης, υπάρχουν ένας προπονητής και μια χορεύτρια, οι οποίοι έχουν δημιουργήσει μια ομάδα που προσεγγίζει οικογένειες που έχουν χάσει αγαπημένα τους πρόσωπα και τους προτείνουν να τα αντικαταστήσουν αυτοί.

> Πιστεύω στον Θεό. Ο άνθρωπος είναι κατασκευασμένος ως λατρευτικό ον κι έχει το χάρισμα να αναρωτιέται για τα έξω από αυτόν. Πιστεύω στην Ορθοδοξία γιατί είναι η απόλυτα αναρχική θρησκεία. Γιατί σου λέει πως οτιδήποτε θέλεις να πεις στον άλλο πρέπει να το πεις πρώτα στον εαυτό σου. Αντί, για παράδειγμα, να σπάσεις μια βιτρίνα, πρέπει να σπάσεις πρώτα το καθεστώς που έχεις εσύ μέσα σου. Και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο. Νομίζω ότι μόνο έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε στη ζωή μας και χωρίς Θεό είναι πολύ δύσκολα.

> Η ματαιοδοξία είναι αναπόσπαστο χαρακτηριστικό του εγώ, όχι μόνο του ηθοποιού. Είναι μηχανισμός που έχω αποδεχτεί και προσπαθώ να βρίσκεται υπό την εποπτεία μου.

> Γενικά, δεν βγαίνω σχεδόν ποτέ από το σπίτι μου. Από τα ελάχιστα μέρη που μου αρέσουν είναι το 56 στο Κολωνάκι, γιατί κρατάει ένα χαρακτήρα και βάζει ωραίες μουσικές.

> Η Αθήνα είναι μια καταπατημένη κι εξαντλημένη πόλη. Έχω σκεφτεί πολλές φορές να τα παρατήσω όλα, να φύγω και να πάω να αράξω στο καταφύγιό μου, στην Πελοπόννησο.

Πηγή: Lifo

This entry was posted in Μέλισσα Ισοκράτη, Uncategorized and tagged , . Bookmark the permalink.

Σχολιάστε